.... "Τελειώσαμε με την κριτική ανάλυση του «Δωδεκάλογου του Γύφτου». Είναι καιρός να διατυπωθούν τα τελικά μας συμπεράσματα. Ποιο το κοινωνικό πρόσταγμα (γιατί αυτό είναι το βασικό που μας ενδιαφέρει) που ο Παλαμάς από τις σελίδες του «Δωδεκάλογου» απευθύνει προς τον ελληνικό λαό γενικά, προς την ελληνική νεολαία και την ελληνική διανόηση ύστερα;
1— Ύστερα από την καταστροφή του 1897-98 τη στρατιωτική και οικονομική, που έδειξε όλη τη χρεοκοπία της αστοτσιφλικάδικης πολιτικής, ο Παλαμάς, που ένιωσε πολύ βαθιά το χτύπημα εκείνο, έκανε με τον τρόπο του μια επανεξέταση των μέχρι τότε παραδεγμένων αξιών και θέλησε να σαλπίσει ένα καινούργιο κήρυγμα. Θέλησε να δείξει ένα καινούργιο δρόμο στο εργαζόμενο έθνος, δρόμο που αρνιέται και καταδικάζει όλη την παλιά μούχλα και σαπίλα και κατάπτωση και που καλεί σ' ένα νέο αναφτέριασμα, ένα καινούργιο ξεκίνημα θεμελιωμένο αποκλειστικά στις καινούργιες και ζωντανές εθνικές λαϊκές δυνάμεις. Σ' αυτόν τον σκοπό αφιέρωσε ο ποιητής το «Δωδεκάλογο του Γύφτου». Και το «κοινωνικό πρόσταγμα», που δίνεται από τις γραμμές του, μπορεί να συνοψιστεί σε τούτα δω:
Το νεοελληνικό έθνος για να προοδεύσει και να διεκδικήσει την πρωτεύουσα θέση.μέσα στην εκπολιτιστική άμιλλα των λαών, πρέπει αποκλειστικά και μόνο να στηριχτεί και να υπολογίσει στις σημερινές ζωντανές και δημιουργικές λαϊκές δυνάμεις του, να βασιστεί με όλο του το βάρος στη σημερινή πραγματικότητα. Η εθνικο-κοινωνική του πολιτική δεν πρέπει να τρέφεται από ουτοπιστικές θεωρίες («Μεγάλη Ιδέα» κ.λπ.) και χιμαιρικά όνειρα, που καταστροφές μονάχα μπορούν να μαζέψουν και να εκτροχιάσουν το λαό και τη χώρα από τον πραγματικό προορισμό τους.
2.— Η προγονοπληξία, η προσήλωση και το δέσιμο στο αρχαιοελληνικό και βυζαντινό παρελθόν, η ανεπιστημονική συσχέτιση του νεοελληνικού έθνους προς τους δύο παλιούς αυτούς κοινωνικούς σχηματισμούς, όλα αυτά μονάχα να παρεμποδίσουν μπορούν τη σημερινή μας πρόοδο και ανάπτυξη. Αυτό φυσικά σε καμία περίπτωση δεν αποκλείει, μα τ' αντίθετο επιβάλλει, τη δημιουργική επεξεργασία και «χώνεψη» της πλούσιας κληρονομιάς του παρελθόντος αυτού. Με το νεκρό παρελθόν δεν μπορεί να ζήσει κανένας. Το σταμάτημα, το δέσιμο, είναι θάνατος για τα άτομα και τα έθνη.
Η αδιάκοπη πορεία προς τα εμπρός, η ακούραστη ανανέωση και αναπροσαρμογή, αυτή είναι η ζωή, βασικός νόμος της κοινωνίας και της φύσης. Το μέλλον και η ευημερία του λαού βρίσκονται μπροστά και όχι πίσω. Με την απόλυτη άρνηση της προγονοπληξίας και αρχαιοκαπηλείας ο Παλαμάς, κατά τον πιο αποφασιστικό τρόπο, διακηρύχνει την ολοκληρωτική προσήλωση και πίστη του στη σημερινή αποστολή, στα σημερινά «πεπρωμένα» και στη δυναμικότητα του εργαζόμενου έθνους.
3.— Ο άνθρωπος δεν πρέπει να περιορίζει τους κοινωνικούς του ορίζοντες στα σύνορα της στενής του πατρίδας, δεν πρέπει να υποτάσσεται στον πλουτοκρατικό εθνικισμό, μα ν' αποβλέπει και να εργάζεται, εξυψώνοντας πρώτ' απ' όλα το δικό του έθνος, προς την πανανθρώπινη συνεργασία και συναδέλφωση, προς έναν ανώτερο πολιτισμό.
4.— Το έργο αυτό μπορούν και θα το εκτελέσουν οι δουλευτές και οι νέοι, δηλαδή οι ζωντανές παραγωγικές δυνάμεις του τόπου και μαζί η καινούργια γενιά.
Τέτοιο είναι το «κοινωνικό πρόσταγμα» του ποιητή, που το στηρίζει πάνω σ' ένα γρανιτένιο βάθρο, μια βαθιά υλιστική και διαλεχτική κοσμοαντίληψη, άσχετα αν ο Παλαμάς την τέτοια του κοσμοαντίληψη, που ξεπηδάει ζωντανή και αυθόρμητη, θα μπορούσε κανείς να πει, από το «Δωδεκάλογο», δεν την ολοκληρώνει και δεν την ονομάζει με το πραγματικό της όνομα, δεν τη δουλεύει με συνέπεια και μέχρι το τέλος, πράγμα όμως που ήταν πολύ δύσκολο να γίνει μέσα στις συνθήκες της τοτινής Ελλάδας. Δίπλα όμως σ' αυτό πρέπει ν' αναγνωρίσουμε το γεγονός ότι ο ποιητής, παρά το ότι χρησιμοποιεί έμμετρο λόγο — με τέχνη, φυσικά, μεστωμένη, μεγάλη και δυνατή, που εμείς δεν μπορούμε να κρίνουμε — όμως πουθενά δεν του κάνει υποχώρηση, όταν αναπτύσσει καθαρά και γερά τη φιλοσοφική του σκέψη (σελ. 24 του «Δωδεκάλογου»). Στην ουσία ένας δυνατός ρεαλισμός κυριαρχεί σ' όλο το «Δωδεκάλογο».
Αυτό το παλαμικό «κοινωνικό πρόσταγμα» αποτελεί την πιο έντονη καταδίκη όλης της αστοτσιφλικάδικης πολιτικής, που ρήμαξε, ξεπούλησε, εξευτέλισε το έθνος και την Ελλάδα για να καλοπεράσουν και να δημιουργήσουν εκατομμύρια οι ντόπιοι και ξένοι πλουτοκράτες. Το «κοινωνικό πρόσταγμα» του Παλαμά, όπως διατυπώνεται στο «Δωδεκάλογο του Γύφτου» διατηρεί και σήμερα όλη του την αξία. Μπορούμε να πούμε, ότι η επικαιρότητα του είναι σήμερα πιο μεγάλη από κάθε άλλη φορά. Μετά το 1897-1898 ήρθε το 1909-1910 (επανάσταση στο Γουδί), οι βαλκανικοί πόλεμοι και ο παγκόσμιος πόλεμος με τη συνθήκη των Σεβρών. Ο Παλαμάς παρασύρθηκε από τις φανταστικές ουτοπίες, που τόσο θαυμάσια είχε ξετινάξει και ξεσκεπάσει. Ο Ανταίος άφησε ν' αποσπασθεί από τη μάνα Γη, από το έδαφος της πραγματικότητας και τότε ο Ηρακλής του σωβινισμού μπόρεσε να τόνε πνίξει. Ο Παλαμάς έπεσε στο θανάσιμο αμάρτημα, που τόσο είχε καυτηριάσει: άφησε τον εαυτό του να χάσει την επαφή με τη ζωή, το φως, τον ήλιο, τη γη, την πραγματικότητα.
Μα παρ' όλα αυτά, τούτο το «πέσιμο», που μας φανέρωσε έναν Παλαμά της κατάπτωσης, δεν είναι στοιχείο που κυριαρχεί στο έργο του ποιητή. Για το λαό ο αληθινός Παλαμάς παραμένει, πρώτ' απ' όλα, ο Παλαμάς του «Δωδεκάλογου του Γύφτου», όπου μας έδωσε και το καλύτερο απ' όσα θα μπορούσε να δώσει.
Σήμερα, στα στερνά του, ο ποιητής, στους στενά δικούς του, ομολογεί και αναγνωρίζει τα «παραστρατήματα του». Μετα-νοιώνει ίσως γιατί δε μπόρεσε να συνεχίσει και να ολοκληρώσει αυτό που άρχισε με το «Δωδεκάλογο του Γύφτου» αν και η αλήθεια είναι, πως τόσο απότομη στροφή του επέβαλε ο εξευτελισμός του 1897-1898, ώστε όταν τελείωσε το «Δωδεκάλογο» και τον ξαναδιάβασε και τότε του φάνηκε, όπως αναγνωρίζει ο ίδιος ο ποιητής στην αρχή του προλόγου του, σαν κάτι το ξένο, σαν όχι δικό του παιδί. Οι στερνές του αυτές αμφιβολίες μας δείχνουν ακόμα πιο-καλά τον Παλαμά τον αληθινό.
Απ' το έργο του θα παραμείνει αυτό που φώτισε το δρόμο σ' ένα λυτρωτικό λαϊκό φούντωμα. Ο Παλαμάς, ο ακούραστος καταλύτης και γκρεμιστής των αντιδραστικών συμβόλων, ο ανώτερος οραματιστής του καλύτερου μέλλοντος για το λαό και για ολόκληρη την ανθρωπότητα, ο Παλαμάς αυτός θα παραμείνει αναφαίρετο χτήμα του εργαζόμενου έθνους. Σ' αυτό ανήκει κι αυτό ξέρει να τιμά και ν' ανταμείβει τους φίλους του. Αυτόν τον Παλαμά πρέπει να τόνε διαφυλάξουμε, να τον επεξεργαστούμε δημιουργικά, να τον προφυλάξουμε απ' όλες τις προσπάθειες της αντιδραστικής βεβήλωσης και της μεγαλοϊδεάτι-κης εθνικιστικής διαστρέβλωσης. Το σωστό θάτανε, μια και καταπιαστήκαμε με τον Παλαμά, να μην περιοριστούμε μονάχα στο «Δωδεκάλογο του Γύφτου» μα να επεχταθούμε και σ' ολόκληρο το έργο του και την κάθε λογής κριτική που του έγινε. Λόγοι καθαρά «τεχνικοί» κάνουν αδύνατο ένα τέτιο πράγμα. Μα ούτε και ο βασικός σκοπός μας ήτανε αυτός. Η επιδίωξη μας ήταν τούτη δω: κάνοντας την ανάλυση του «Δωδεκάλογου», ξαναφανερώνοντας έναν Παλαμά, που μέχρι σήμερα η πολυπρόσωπη αντίδραση — επίσημη κι ανεπίσημη — πάσχισε να τόνε κρατήσει στα σκοτάδια, μακριά από τον πολύ κόσμο, θελήσαμε να βάλουμε κάτω, σαν προσπάθεια μελέτης κι ανάλυσης μερικά από τα βασικά και θεμελιακά προβλήματα της δημιουργίας και της πορείας του νεοελληνικού έθνους μέχρι τις μέρες μας και τις σχέσεις του προς την Αρχαία Ελλάδα και το Βυζάντιο. Η επικαιρότητα και η ζωντανή σημασία των προβλημάτων αυτών για τη σημερινή ύπαρξη και εξέλιξη του λαού και του τόπου μας, δεν μπορούν ν' αμφισβητηθούν.
Ένα ψεύτικο οικοδόμημα, που τόσες καταστροφές και θυσίες κόστισε, πρέπει να γκρεμιστεί, για ν' αποκατασταθεί στα δικαιώματα της η αλήθεια και το πραγματικό συμφέρον του ελληνικού λαού.
Η επιστημονική ιστορική σκέψη στον τόπο μας αδράνησε πολύν καιρό. Η καθυστέρηση της είναι τρομαχτική. Δεν πρέπει να χάνει ούτε μια ώρα. Έχει να πραγματοποιήσει κολοσσιαία στ' αλήθεια, δουλειά, δουλειά υπεύθυνη, που τη βαραίνει περισσότερο από την ιστορική σκέψη οποιουδήποτε άλλου τόπου, γιατί εμείς παρουσιαζόμαστε σαν οι πιο άμεσοι και ζωντανοί κληρονόμοι της αρχαιοελληνικής και βυζαντινής κληρονομιάς. Πρέπει ανοιχτά και με ακαταμάχητη επιστημονική πειστικότητα και δύναμη να ξεκαθαρίσουμε τη θέση μας απέναντι της, χωρίς να υποδουλωθούμε σ' αυτήν, χωρίς να χάσουμε την ανεξαρτησία της σημερινής εξέλιξης μας, που στηρίζεται, πρέπει να στηρίζεται, πάνω στις σημερινές ζωντανές λαϊκές δυνάμεις, αποκρούοντας όσα άχρηστα και βλαβερά περικλείνει η κληρονομιά αυτή, διατηρώντας όμως τόσο τα άμεσης χρήσης και σύγχρονης ωφελιμότητας μέρη της, όσο και την ιστορική στο σύνολο της αξία της.
Ξεχωριστά, στην πηγαία και πρωτόβουλη νεοελληνική φιλοσοφική σκέψη, που δυστυχώς ακόμα βρίσκεται στα σπάργανα της, πέφτει το δύσκολο, μα επιταχτικό καθήκον τόσο της κριτικής επεξεργασίας και αναίρεσης του αρχαιοελληνικού φιλοσοφικού ιδεαλισμού (Αριστοτέλης - Πλάτων), που παρέχει και σήμερα το φιλοσοφικό βάθρο στη νεοελληνική αντίδραση, όσο και της ερεύνησης, ταχτοποίησης και πλατιάς και ολόπλευρης εκλαΐκευσης της αρχαιοελληνικής υλιστικής φιλοσοφίας (Ηράκλειτος - Δημόκριτος κ.λ.π.), απ' όπου κρατάει τις ρίζες της η μοναδική επιστημονική και ατράνταχτη σύγχρονη κοσμοθεωρία — ο διαλεχτικός υλισμός, η προλεταριακή φιλοσοφία της πανανθρώπινης απολύτρωσης από κάθε εκμετάλλευση και της σοσιαλιστικής δημιουργίας και ανάπλασης της εργαζόμενης ανθρωπότητας.
Όσο «κολοσιαίο» και αν φαίνεται το έργο αυτό, ούτε ανυπέρβλητο, ούτε απραγματοποίητο είναι, πρώτ' απ’ όλα γιατί είναι υποχρεωτικό και ανανάβλητο.
Μονάχα ξεκαθαρίζοντας, από τη δική της πλευρά, γόνιμα και δημιουργικά, το παρελθόν και τις κάθε λογής κληρονομιές του, θα μπορέσει η νεοελληνική διανόηση να καθορίσει επιστημονικά τους σημερινούς δρόμους του νεοελληνικού ξετυλίγματος, να φωτίσει δυνατά τη μελλοντική προοπτική και πορεία του, με λίγα λόγια μόνο έτσι θα σταθεί στο ύψος της, θα πάψει να σέρνεται και να πιθηκίζει, θα δώσει δικά της πρωτότυπα δημιουργήματα, θα εκπληρώσει ακέρια το καθήκον της απέναντι στο εργαζόμενο έθνος.
Το παρόν και το μέλλον του κάθε λαού το αποφασίζει πρώτ' απ' όλα η ζωντάνια και η θέληση του, που 'ναι ικανές να σαρώσουν κάθε αντιδραστικό εμπόδιο. Πριν λίγα χρόνια βλέποντας προς την τότε Οθωμανική αυτοκρατορία κάναμε σα να βλέπαμε εκατό χρόνια πίσω στην ευρωπαϊκή κοινωνική εξέλιξη. Η σημερινή κεμαλική Τουρκία, μέσα σε λίγα χρόνια, ξεπήδησε την καθυστέρηση της και, όσο κι αν δυσκολευόμαστε να το παραδεχτούμε, η αλήθεια είναι πως μας ξεπέρασε. Τα παλιά δεσμά της σουλτανοκρατίας, των μπέηδων, των διομολογήσεων, του φε-ρετζέ και τόσα άλλα, σπάσανε και άφησαν οπωσδήποτε ανοιχτό για ορισμένο χρόνο το δρόμο στο μεγάλο τούρκικο κοινωνικό αναφτέριασμα. Φυσικά δε βάζουμε στον ελληνικό λαό παράδειγμα για μίμηση τη νεότερη Τουρκία. Και αυτό ανάμεσα στ' άλλα, γιατί έχουμε την ατράνταχτη πίστη και πεποίθηση, πως ο εργαζόμενος λαός της Ελλάδας περικλείνει όλες τις δυνατότητες και έχει όλη τη δύναμη για ένα πιο γρήγορο και πιο ολοκληρωμένο κοινωνικό πήδημα.
Στη χώρα μας έχουν ωριμάσει οι αντικειμενικές συνθήκες για αποφασιστικές μεταβολές, που, συντρίβοντας κάθε αντίδραση, θα δημιουργήσουν μια λαϊκή Ελλάδα, πλούσια, δυνατή, πολιτισμένη και ευτυχισμένη. Στο έργο αυτό και η νεοελληνική διανόηση θα πρέπει να κάνει το καθήκον της, ακολουθώντας το δρόμο, που ο Παλαμάς της έδειξε από το «Δωδεκάλογο του Γύφτου».."
20 Γενάρη — 15 Μάρτη 1937
1— Ύστερα από την καταστροφή του 1897-98 τη στρατιωτική και οικονομική, που έδειξε όλη τη χρεοκοπία της αστοτσιφλικάδικης πολιτικής, ο Παλαμάς, που ένιωσε πολύ βαθιά το χτύπημα εκείνο, έκανε με τον τρόπο του μια επανεξέταση των μέχρι τότε παραδεγμένων αξιών και θέλησε να σαλπίσει ένα καινούργιο κήρυγμα. Θέλησε να δείξει ένα καινούργιο δρόμο στο εργαζόμενο έθνος, δρόμο που αρνιέται και καταδικάζει όλη την παλιά μούχλα και σαπίλα και κατάπτωση και που καλεί σ' ένα νέο αναφτέριασμα, ένα καινούργιο ξεκίνημα θεμελιωμένο αποκλειστικά στις καινούργιες και ζωντανές εθνικές λαϊκές δυνάμεις. Σ' αυτόν τον σκοπό αφιέρωσε ο ποιητής το «Δωδεκάλογο του Γύφτου». Και το «κοινωνικό πρόσταγμα», που δίνεται από τις γραμμές του, μπορεί να συνοψιστεί σε τούτα δω:
Το νεοελληνικό έθνος για να προοδεύσει και να διεκδικήσει την πρωτεύουσα θέση.μέσα στην εκπολιτιστική άμιλλα των λαών, πρέπει αποκλειστικά και μόνο να στηριχτεί και να υπολογίσει στις σημερινές ζωντανές και δημιουργικές λαϊκές δυνάμεις του, να βασιστεί με όλο του το βάρος στη σημερινή πραγματικότητα. Η εθνικο-κοινωνική του πολιτική δεν πρέπει να τρέφεται από ουτοπιστικές θεωρίες («Μεγάλη Ιδέα» κ.λπ.) και χιμαιρικά όνειρα, που καταστροφές μονάχα μπορούν να μαζέψουν και να εκτροχιάσουν το λαό και τη χώρα από τον πραγματικό προορισμό τους.
2.— Η προγονοπληξία, η προσήλωση και το δέσιμο στο αρχαιοελληνικό και βυζαντινό παρελθόν, η ανεπιστημονική συσχέτιση του νεοελληνικού έθνους προς τους δύο παλιούς αυτούς κοινωνικούς σχηματισμούς, όλα αυτά μονάχα να παρεμποδίσουν μπορούν τη σημερινή μας πρόοδο και ανάπτυξη. Αυτό φυσικά σε καμία περίπτωση δεν αποκλείει, μα τ' αντίθετο επιβάλλει, τη δημιουργική επεξεργασία και «χώνεψη» της πλούσιας κληρονομιάς του παρελθόντος αυτού. Με το νεκρό παρελθόν δεν μπορεί να ζήσει κανένας. Το σταμάτημα, το δέσιμο, είναι θάνατος για τα άτομα και τα έθνη.
Η αδιάκοπη πορεία προς τα εμπρός, η ακούραστη ανανέωση και αναπροσαρμογή, αυτή είναι η ζωή, βασικός νόμος της κοινωνίας και της φύσης. Το μέλλον και η ευημερία του λαού βρίσκονται μπροστά και όχι πίσω. Με την απόλυτη άρνηση της προγονοπληξίας και αρχαιοκαπηλείας ο Παλαμάς, κατά τον πιο αποφασιστικό τρόπο, διακηρύχνει την ολοκληρωτική προσήλωση και πίστη του στη σημερινή αποστολή, στα σημερινά «πεπρωμένα» και στη δυναμικότητα του εργαζόμενου έθνους.
3.— Ο άνθρωπος δεν πρέπει να περιορίζει τους κοινωνικούς του ορίζοντες στα σύνορα της στενής του πατρίδας, δεν πρέπει να υποτάσσεται στον πλουτοκρατικό εθνικισμό, μα ν' αποβλέπει και να εργάζεται, εξυψώνοντας πρώτ' απ' όλα το δικό του έθνος, προς την πανανθρώπινη συνεργασία και συναδέλφωση, προς έναν ανώτερο πολιτισμό.
4.— Το έργο αυτό μπορούν και θα το εκτελέσουν οι δουλευτές και οι νέοι, δηλαδή οι ζωντανές παραγωγικές δυνάμεις του τόπου και μαζί η καινούργια γενιά.
Τέτοιο είναι το «κοινωνικό πρόσταγμα» του ποιητή, που το στηρίζει πάνω σ' ένα γρανιτένιο βάθρο, μια βαθιά υλιστική και διαλεχτική κοσμοαντίληψη, άσχετα αν ο Παλαμάς την τέτοια του κοσμοαντίληψη, που ξεπηδάει ζωντανή και αυθόρμητη, θα μπορούσε κανείς να πει, από το «Δωδεκάλογο», δεν την ολοκληρώνει και δεν την ονομάζει με το πραγματικό της όνομα, δεν τη δουλεύει με συνέπεια και μέχρι το τέλος, πράγμα όμως που ήταν πολύ δύσκολο να γίνει μέσα στις συνθήκες της τοτινής Ελλάδας. Δίπλα όμως σ' αυτό πρέπει ν' αναγνωρίσουμε το γεγονός ότι ο ποιητής, παρά το ότι χρησιμοποιεί έμμετρο λόγο — με τέχνη, φυσικά, μεστωμένη, μεγάλη και δυνατή, που εμείς δεν μπορούμε να κρίνουμε — όμως πουθενά δεν του κάνει υποχώρηση, όταν αναπτύσσει καθαρά και γερά τη φιλοσοφική του σκέψη (σελ. 24 του «Δωδεκάλογου»). Στην ουσία ένας δυνατός ρεαλισμός κυριαρχεί σ' όλο το «Δωδεκάλογο».
Αυτό το παλαμικό «κοινωνικό πρόσταγμα» αποτελεί την πιο έντονη καταδίκη όλης της αστοτσιφλικάδικης πολιτικής, που ρήμαξε, ξεπούλησε, εξευτέλισε το έθνος και την Ελλάδα για να καλοπεράσουν και να δημιουργήσουν εκατομμύρια οι ντόπιοι και ξένοι πλουτοκράτες. Το «κοινωνικό πρόσταγμα» του Παλαμά, όπως διατυπώνεται στο «Δωδεκάλογο του Γύφτου» διατηρεί και σήμερα όλη του την αξία. Μπορούμε να πούμε, ότι η επικαιρότητα του είναι σήμερα πιο μεγάλη από κάθε άλλη φορά. Μετά το 1897-1898 ήρθε το 1909-1910 (επανάσταση στο Γουδί), οι βαλκανικοί πόλεμοι και ο παγκόσμιος πόλεμος με τη συνθήκη των Σεβρών. Ο Παλαμάς παρασύρθηκε από τις φανταστικές ουτοπίες, που τόσο θαυμάσια είχε ξετινάξει και ξεσκεπάσει. Ο Ανταίος άφησε ν' αποσπασθεί από τη μάνα Γη, από το έδαφος της πραγματικότητας και τότε ο Ηρακλής του σωβινισμού μπόρεσε να τόνε πνίξει. Ο Παλαμάς έπεσε στο θανάσιμο αμάρτημα, που τόσο είχε καυτηριάσει: άφησε τον εαυτό του να χάσει την επαφή με τη ζωή, το φως, τον ήλιο, τη γη, την πραγματικότητα.
Μα παρ' όλα αυτά, τούτο το «πέσιμο», που μας φανέρωσε έναν Παλαμά της κατάπτωσης, δεν είναι στοιχείο που κυριαρχεί στο έργο του ποιητή. Για το λαό ο αληθινός Παλαμάς παραμένει, πρώτ' απ' όλα, ο Παλαμάς του «Δωδεκάλογου του Γύφτου», όπου μας έδωσε και το καλύτερο απ' όσα θα μπορούσε να δώσει.
Σήμερα, στα στερνά του, ο ποιητής, στους στενά δικούς του, ομολογεί και αναγνωρίζει τα «παραστρατήματα του». Μετα-νοιώνει ίσως γιατί δε μπόρεσε να συνεχίσει και να ολοκληρώσει αυτό που άρχισε με το «Δωδεκάλογο του Γύφτου» αν και η αλήθεια είναι, πως τόσο απότομη στροφή του επέβαλε ο εξευτελισμός του 1897-1898, ώστε όταν τελείωσε το «Δωδεκάλογο» και τον ξαναδιάβασε και τότε του φάνηκε, όπως αναγνωρίζει ο ίδιος ο ποιητής στην αρχή του προλόγου του, σαν κάτι το ξένο, σαν όχι δικό του παιδί. Οι στερνές του αυτές αμφιβολίες μας δείχνουν ακόμα πιο-καλά τον Παλαμά τον αληθινό.
Απ' το έργο του θα παραμείνει αυτό που φώτισε το δρόμο σ' ένα λυτρωτικό λαϊκό φούντωμα. Ο Παλαμάς, ο ακούραστος καταλύτης και γκρεμιστής των αντιδραστικών συμβόλων, ο ανώτερος οραματιστής του καλύτερου μέλλοντος για το λαό και για ολόκληρη την ανθρωπότητα, ο Παλαμάς αυτός θα παραμείνει αναφαίρετο χτήμα του εργαζόμενου έθνους. Σ' αυτό ανήκει κι αυτό ξέρει να τιμά και ν' ανταμείβει τους φίλους του. Αυτόν τον Παλαμά πρέπει να τόνε διαφυλάξουμε, να τον επεξεργαστούμε δημιουργικά, να τον προφυλάξουμε απ' όλες τις προσπάθειες της αντιδραστικής βεβήλωσης και της μεγαλοϊδεάτι-κης εθνικιστικής διαστρέβλωσης. Το σωστό θάτανε, μια και καταπιαστήκαμε με τον Παλαμά, να μην περιοριστούμε μονάχα στο «Δωδεκάλογο του Γύφτου» μα να επεχταθούμε και σ' ολόκληρο το έργο του και την κάθε λογής κριτική που του έγινε. Λόγοι καθαρά «τεχνικοί» κάνουν αδύνατο ένα τέτιο πράγμα. Μα ούτε και ο βασικός σκοπός μας ήτανε αυτός. Η επιδίωξη μας ήταν τούτη δω: κάνοντας την ανάλυση του «Δωδεκάλογου», ξαναφανερώνοντας έναν Παλαμά, που μέχρι σήμερα η πολυπρόσωπη αντίδραση — επίσημη κι ανεπίσημη — πάσχισε να τόνε κρατήσει στα σκοτάδια, μακριά από τον πολύ κόσμο, θελήσαμε να βάλουμε κάτω, σαν προσπάθεια μελέτης κι ανάλυσης μερικά από τα βασικά και θεμελιακά προβλήματα της δημιουργίας και της πορείας του νεοελληνικού έθνους μέχρι τις μέρες μας και τις σχέσεις του προς την Αρχαία Ελλάδα και το Βυζάντιο. Η επικαιρότητα και η ζωντανή σημασία των προβλημάτων αυτών για τη σημερινή ύπαρξη και εξέλιξη του λαού και του τόπου μας, δεν μπορούν ν' αμφισβητηθούν.
Ένα ψεύτικο οικοδόμημα, που τόσες καταστροφές και θυσίες κόστισε, πρέπει να γκρεμιστεί, για ν' αποκατασταθεί στα δικαιώματα της η αλήθεια και το πραγματικό συμφέρον του ελληνικού λαού.
Η επιστημονική ιστορική σκέψη στον τόπο μας αδράνησε πολύν καιρό. Η καθυστέρηση της είναι τρομαχτική. Δεν πρέπει να χάνει ούτε μια ώρα. Έχει να πραγματοποιήσει κολοσσιαία στ' αλήθεια, δουλειά, δουλειά υπεύθυνη, που τη βαραίνει περισσότερο από την ιστορική σκέψη οποιουδήποτε άλλου τόπου, γιατί εμείς παρουσιαζόμαστε σαν οι πιο άμεσοι και ζωντανοί κληρονόμοι της αρχαιοελληνικής και βυζαντινής κληρονομιάς. Πρέπει ανοιχτά και με ακαταμάχητη επιστημονική πειστικότητα και δύναμη να ξεκαθαρίσουμε τη θέση μας απέναντι της, χωρίς να υποδουλωθούμε σ' αυτήν, χωρίς να χάσουμε την ανεξαρτησία της σημερινής εξέλιξης μας, που στηρίζεται, πρέπει να στηρίζεται, πάνω στις σημερινές ζωντανές λαϊκές δυνάμεις, αποκρούοντας όσα άχρηστα και βλαβερά περικλείνει η κληρονομιά αυτή, διατηρώντας όμως τόσο τα άμεσης χρήσης και σύγχρονης ωφελιμότητας μέρη της, όσο και την ιστορική στο σύνολο της αξία της.
Ξεχωριστά, στην πηγαία και πρωτόβουλη νεοελληνική φιλοσοφική σκέψη, που δυστυχώς ακόμα βρίσκεται στα σπάργανα της, πέφτει το δύσκολο, μα επιταχτικό καθήκον τόσο της κριτικής επεξεργασίας και αναίρεσης του αρχαιοελληνικού φιλοσοφικού ιδεαλισμού (Αριστοτέλης - Πλάτων), που παρέχει και σήμερα το φιλοσοφικό βάθρο στη νεοελληνική αντίδραση, όσο και της ερεύνησης, ταχτοποίησης και πλατιάς και ολόπλευρης εκλαΐκευσης της αρχαιοελληνικής υλιστικής φιλοσοφίας (Ηράκλειτος - Δημόκριτος κ.λ.π.), απ' όπου κρατάει τις ρίζες της η μοναδική επιστημονική και ατράνταχτη σύγχρονη κοσμοθεωρία — ο διαλεχτικός υλισμός, η προλεταριακή φιλοσοφία της πανανθρώπινης απολύτρωσης από κάθε εκμετάλλευση και της σοσιαλιστικής δημιουργίας και ανάπλασης της εργαζόμενης ανθρωπότητας.
Όσο «κολοσιαίο» και αν φαίνεται το έργο αυτό, ούτε ανυπέρβλητο, ούτε απραγματοποίητο είναι, πρώτ' απ’ όλα γιατί είναι υποχρεωτικό και ανανάβλητο.
Μονάχα ξεκαθαρίζοντας, από τη δική της πλευρά, γόνιμα και δημιουργικά, το παρελθόν και τις κάθε λογής κληρονομιές του, θα μπορέσει η νεοελληνική διανόηση να καθορίσει επιστημονικά τους σημερινούς δρόμους του νεοελληνικού ξετυλίγματος, να φωτίσει δυνατά τη μελλοντική προοπτική και πορεία του, με λίγα λόγια μόνο έτσι θα σταθεί στο ύψος της, θα πάψει να σέρνεται και να πιθηκίζει, θα δώσει δικά της πρωτότυπα δημιουργήματα, θα εκπληρώσει ακέρια το καθήκον της απέναντι στο εργαζόμενο έθνος.
Το παρόν και το μέλλον του κάθε λαού το αποφασίζει πρώτ' απ' όλα η ζωντάνια και η θέληση του, που 'ναι ικανές να σαρώσουν κάθε αντιδραστικό εμπόδιο. Πριν λίγα χρόνια βλέποντας προς την τότε Οθωμανική αυτοκρατορία κάναμε σα να βλέπαμε εκατό χρόνια πίσω στην ευρωπαϊκή κοινωνική εξέλιξη. Η σημερινή κεμαλική Τουρκία, μέσα σε λίγα χρόνια, ξεπήδησε την καθυστέρηση της και, όσο κι αν δυσκολευόμαστε να το παραδεχτούμε, η αλήθεια είναι πως μας ξεπέρασε. Τα παλιά δεσμά της σουλτανοκρατίας, των μπέηδων, των διομολογήσεων, του φε-ρετζέ και τόσα άλλα, σπάσανε και άφησαν οπωσδήποτε ανοιχτό για ορισμένο χρόνο το δρόμο στο μεγάλο τούρκικο κοινωνικό αναφτέριασμα. Φυσικά δε βάζουμε στον ελληνικό λαό παράδειγμα για μίμηση τη νεότερη Τουρκία. Και αυτό ανάμεσα στ' άλλα, γιατί έχουμε την ατράνταχτη πίστη και πεποίθηση, πως ο εργαζόμενος λαός της Ελλάδας περικλείνει όλες τις δυνατότητες και έχει όλη τη δύναμη για ένα πιο γρήγορο και πιο ολοκληρωμένο κοινωνικό πήδημα.
Στη χώρα μας έχουν ωριμάσει οι αντικειμενικές συνθήκες για αποφασιστικές μεταβολές, που, συντρίβοντας κάθε αντίδραση, θα δημιουργήσουν μια λαϊκή Ελλάδα, πλούσια, δυνατή, πολιτισμένη και ευτυχισμένη. Στο έργο αυτό και η νεοελληνική διανόηση θα πρέπει να κάνει το καθήκον της, ακολουθώντας το δρόμο, που ο Παλαμάς της έδειξε από το «Δωδεκάλογο του Γύφτου».."
20 Γενάρη — 15 Μάρτη 1937
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου